CBD/CBG, CBN, THC, Όλα τα Άρθρα

Πώς μας Επηρεάζουν τα Κανναβινοειδή

 Η επίδραση των κανναβινοειδών

Τα κανναβινοειδή είναι χημικές ενώσεις που δρουν στους υποδοχείς κανναβινοειδών του σώματος και του εγκεφάλου και επηρεάζουν διάφορες φυσιολογικές διαδικασίες. Η κάνναβη περιέχει πολλά κανναβινοειδή, εκ των οποίων τα πιο γνωστά είναι η τετραϋδροκανναβινόλη (THC) και η κανναβιδιόλη (CBD). Το THC είναι το κύριο ψυχοδραστικό συστατικό που προκαλεί ευφορία, ενώ το CBD δεν είναι ψυχοδραστικό και έχει φαρμακευτικές ιδιότητες.

Η επιστημονική έρευνα σχετικά με την επίδραση των κανναβινοειδών στη φυσιολογία, την ψυχολογία και την υγεία έχει εξελιχθεί ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες. Από τα ευρήματα παγκοσμίως που εστιάζουν σε διάφορες πτυχές της χρήσης των κανναβινοειδών, προκύπτουν τα ακόλουθα:

Φυσιολογική Επίδραση των Κανναβινοειδών

Τα κανναβινοειδή αλληλεπιδρούν με το ενδοκανναβινοειδές σύστημα του οργανισμού, το οποίο παίζει ρόλο στη ρύθμιση βασικών λειτουργιών όπως η διάθεση, η όρεξη, η μνήμη, ο πόνος και ο ύπνος.

Οι υποδοχείς CB1 και CB2 είναι οι δύο κύριοι τύποι υποδοχέων του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος (ECS) του ανθρώπινου σώματος. Το ECS είναι ένα δίκτυο υποδοχέων και ενδογενών κανναβινοειδών (ενδοκανναβινοειδών) που εμπλέκεται στη ρύθμιση πολλών φυσιολογικών και γνωστικών λειτουργιών, όπως η όρεξη, ο πόνος, η διάθεση, η μνήμη και η ανοσολογική απόκριση.

Οι CB1 και CB2 υποδοχείς βρίσκονται σε διάφορα όργανα και ιστούς του σώματος, με τις λειτουργίες τους να ποικίλλουν ανάλογα με την τοποθεσία τους. Οι υποδοχείς αυτοί ενεργοποιούνται τόσο από τα ενδογενή κανναβινοειδή του σώματος όσο και από τα φυτοκανναβινοειδή της κάνναβης, όπως η τετραϋδροκανναβινόλη (THC) και η κανναβιδιόλη (CBD).

Υποδοχείς CB1

Οι υποδοχείς CB1 βρίσκονται κυρίως στον εγκέφαλο και το κεντρικό νευρικό σύστημα, αλλά και σε άλλα όργανα και ιστούς του σώματος. Είναι υπεύθυνοι για τις περισσότερες από τις ψυχοδραστικές επιδράσεις του THC και εμπλέκονται στη ρύθμιση της διάθεσης, της αντίληψης του πόνου, της όρεξης και της μνήμης.

Κύρια Όργανα και Συστήματα που Σχετίζονται με τους CB1 Υποδοχείς:

  1. Εγκέφαλος:
    • Οι υποδοχείς CB1 βρίσκονται σε υψηλές συγκεντρώσεις σε περιοχές του εγκεφάλου όπως:
      • Υποθάλαμος: Ελέγχει την όρεξη και τις μεταβολικές λειτουργίες.
      • Ιππόκαμπος: Ρυθμίζει τη μνήμη και τη μάθηση.
      • Αμυγδαλή: Επηρεάζει τη διάθεση και την αντίδραση στο άγχος.
      • Βασικά γάγγλια και παρεγκεφαλίδα: Ρυθμίζουν την κινητική λειτουργία και το συντονισμό.

    Οι υποδοχείς CB1 στον εγκέφαλο σχετίζονται με την ψυχοδραστική επίδραση του THC, την αίσθηση ευφορίας, τη βελτίωση ή την εξασθένηση της μνήμης και την ικανότητα μάθησης. Η ενεργοποίηση των υποδοχέων CB1 στην αμυγδαλή μπορεί επίσης να οδηγήσει σε αυξημένο άγχος ή ακόμα και σε παρανοϊκές σκέψεις σε υψηλές δόσεις THC.

  2. Νωτιαίος Μυελός:
    • Οι CB1 υποδοχείς παίζουν ρόλο στη μετάδοση του πόνου μέσω του νωτιαίου μυελού. Η ενεργοποίησή τους μπορεί να μειώσει την αντίληψη του πόνου, γι’ αυτό και τα κανναβινοειδή χρησιμοποιούνται σε θεραπείες για τον χρόνιο πόνο.
  3. Πεπτικό Σύστημα:
    • Οι CB1 υποδοχείς βρίσκονται επίσης στο πεπτικό σύστημα, όπου βοηθούν στη ρύθμιση της όρεξης και του μεταβολισμού. Η ενεργοποίηση αυτών των υποδοχέων μπορεί να αυξήσει την όρεξη, μια επίδραση γνωστή ως “munchies” στους χρήστες κάνναβης.
  4. Συκώτι:
    • Οι υποδοχείς CB1 επηρεάζουν το μεταβολισμό των λιπιδίων στο ήπαρ και έχουν συνδεθεί με μεταβολικές διαταραχές όπως η λιπώδης νόσος του ήπατος.
  5. Αναπαραγωγικό Σύστημα:
    • Οι CB1 υποδοχείς βρίσκονται επίσης στα αναπαραγωγικά όργανα, όπως οι όρχεις και οι ωοθήκες, και παίζουν ρόλο στη ρύθμιση των γονιμοποιητικών λειτουργιών. Η επίδραση της THC μπορεί να μειώσει τη γονιμότητα στους άνδρες, μειώνοντας την ποιότητα του σπέρματος.

Ρόλος των CB1 Υποδοχέων:

Οι υποδοχείς CB1 παίζουν ζωτικό ρόλο στη ρύθμιση της νευροδιαβίβασης. Όταν ενεργοποιούνται από την THC, οδηγούν σε αλλαγές στη νευροχημεία του εγκεφάλου, οι οποίες επηρεάζουν τη διάθεση, τη γνωστική λειτουργία, την όρεξη, τη μνήμη και την αντίληψη του πόνου. Η υπερβολική ενεργοποίηση αυτών των υποδοχέων μπορεί να προκαλέσει ψυχοδραστικές παρενέργειες, όπως ευφορία, άγχος, και γνωστική σύγχυση.

Μελέτες:

  • Μια μελέτη του 2020 στο American Journal of Physiology ανέδειξε ότι οι αλληλεπιδράσεις του THC με τους υποδοχείς CB1 μπορούν να τροποποιήσουν τη νευροδιαβίβαση στον εγκέφαλο, επιδεινώνοντας ή βελτιώνοντας την απόκριση στον πόνο και την αίσθηση ευφορίας.
  • Η European Journal of Pain το 2019 δημοσίευσε μελέτη που έδειξε ότι η τοπική χρήση CBD μπορεί να μειώσει τον πόνο σε ασθενείς με αρθρίτιδα, χωρίς να προκαλέσει παρενέργειες που σχετίζονται με THC.

Υποδοχείς CB2

Οι υποδοχείς CB2 βρίσκονται κυρίως στο ανοσοποιητικό σύστημα και στους περιφερειακούς ιστούς, όπως οι λεμφαδένες, το σπλήνα, και τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος (μακροφάγα, Β-κύτταρα, Τ-κύτταρα). Έχουν κυρίως αντιφλεγμονώδη δράση και παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της ανοσοαπόκρισης και της φλεγμονής.

Κύρια Όργανα και Συστήματα που Σχετίζονται με τους CB2 Υποδοχείς:

  1. Ανοσοποιητικό Σύστημα:
    • Οι CB2 υποδοχείς εντοπίζονται στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, όπως τα μακροφάγα, τα λεμφοκύτταρα και τα κύτταρα του σπλήνα. Η ενεργοποίησή τους από κανναβινοειδή, όπως η CBD, μπορεί να μειώσει τη φλεγμονή και την ανοσολογική απόκριση, γεγονός που καθιστά τα κανναβινοειδή αποτελεσματικά σε αυτοάνοσα νοσήματα και φλεγμονώδεις καταστάσεις.
    • Μελέτες δείχνουν ότι η ενεργοποίηση των CB2 υποδοχέων μειώνει την απελευθέρωση φλεγμονωδών κυτοκινών, καθιστώντας τους έναν στόχο για την ανάπτυξη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων.
  2. Δέρμα:
    • Οι υποδοχείς CB2 βρίσκονται επίσης στα κύτταρα του δέρματος και συνδέονται με την επούλωση πληγών και την αντιμετώπιση της φλεγμονής. Αυτός είναι ο λόγος που η τοπική χρήση CBD προϊόντων συχνά χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση δερματολογικών παθήσεων, όπως η ψωρίαση και το έκζεμα.
  3. Γαστρεντερικό Σύστημα:
    • Οι CB2 υποδοχείς είναι παρόντες και στο γαστρεντερικό σύστημα, όπου παίζουν ρόλο στην ανακούφιση των φλεγμονωδών νόσων του εντέρου, όπως η νόσος του Crohn και η ελκώδης κολίτιδα.
  4. Οστά:
    • Οι CB2 υποδοχείς εντοπίζονται επίσης στα οστεοκύτταρα και εμπλέκονται στη ρύθμιση του μεταβολισμού των οστών. Έρευνες έχουν δείξει ότι η ενεργοποίηση των CB2 υποδοχέων μπορεί να προωθήσει τη δημιουργία οστού και να μειώσει την απώλεια οστού, καθιστώντας τους χρήσιμους στη θεραπεία της οστεοπόρωσης.
  5. Καρδιαγγειακό Σύστημα:
    • Αν και οι υποδοχείς CB2 δεν είναι τόσο διαδεδομένοι στο καρδιαγγειακό σύστημα όσο οι CB1, παίζουν ρόλο στη μείωση της φλεγμονής και της αθηροσκλήρωσης, προσφέροντας προστασία στην καρδιακή υγεία. Μελέτες έχουν δείξει ότι η ενεργοποίηση των CB2 υποδοχέων μπορεί να μειώσει την αγγειακή φλεγμονή και να βελτιώσει την καρδιακή λειτουργία.

Ρόλος των CB2 Υποδοχέων:

Οι CB2 υποδοχείς παίζουν κυρίως έναν ανοσολογικό και αντιφλεγμονώδη ρόλο. Η ενεργοποίησή τους οδηγεί σε καταστολή της φλεγμονής και της ανοσολογικής απόκρισης, γεγονός που τους καθιστά στόχο για θεραπείες σε παθήσεις όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η νόσος του Crohn και άλλες φλεγμονώδεις ασθένειες.

Ψυχολογική Επίδραση και Ψυχική Υγεία

Τα κανναβινοειδή έχουν πολύπλοκες επιδράσεις στην ψυχική υγεία, ειδικά σε μεγάλες δόσεις και με χρόνια χρήση της THC. Η μακροχρόνια χρήση μπορεί να προκαλέσει ψυχοκινητική εξασθένηση, αυξημένο άγχος και κίνδυνο ψύχωσης, ειδικά σε ευάλωτους πληθυσμούς.

Μελέτες:

  • Μια μελέτη του Harvard Medical School το 2018 έδειξε ότι η χρήση υψηλών δόσεων THC σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ψυχιατρικών διαταραχών, όπως η σχιζοφρένεια και οι διαταραχές διάθεσης.
  • Το The Lancet Psychiatry το 2019, σε μια μελέτη με δείγμα από 11 χώρες, διαπίστωσε ότι οι καθημερινοί χρήστες κάνναβης με υψηλή περιεκτικότητα σε THC είχαν τρεις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης ψύχωσης από τους μη χρήστες.
  • Μια πιο πρόσφατη μελέτη από το University College London το 2021 έδειξε ότι η χρήση κάνναβης χαμηλής περιεκτικότητας σε THC (κάτω από 10%) είναι λιγότερο πιθανό να οδηγήσει σε ψυχιατρικά συμπτώματα, ενώ η χρήση κάνναβης με υψηλή περιεκτικότητα σε THC (>15%) συνδέεται με αυξημένα επεισόδια ψυχοσισμού.

Ιατρικές Χρήσεις των Κανναβινοειδών

Η CBD και άλλα κανναβινοειδή χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο για ιατρικούς σκοπούς, ειδικά για την αντιμετώπιση νευρολογικών, αυτοάνοσων και φλεγμονωδών διαταραχών. Υπάρχουν επιστημονικές ενδείξεις ότι η κάνναβη μπορεί να είναι αποτελεσματική για τη διαχείριση του πόνου, των σπασμών και της ναυτίας.

Μελέτες:

  • Το Journal of the American Medical Association (JAMA) δημοσίευσε μια μετα-ανάλυση το 2017 που έδειξε ότι η χρήση κάνναβης μπορεί να είναι αποτελεσματική στη μείωση του χρόνιου πόνου και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής σε ασθενείς με καρκίνο και πολλαπλή σκλήρυνση.
  • Μια μελέτη του New England Journal of Medicine το 2018 έδειξε ότι η κανναβιδιόλη (CBD) μπορεί να μειώσει σημαντικά τους σπασμούς σε ασθενείς με επιληψία (σύνδρομο Dravet), οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται σε συμβατικές φαρμακευτικές θεραπείες.
  • Μια άλλη σημαντική μελέτη από το Israel Medical Association Journal το 2020 έδειξε ότι η χρήση CBD σε ασθενείς με νόσο του Parkinson βελτίωσε τη κινητική λειτουργία και μείωσε το άγχος, χωρίς σοβαρές παρενέργειες.

Επιπτώσεις στην Κοινωνική Συμπεριφορά και Εθισμός

Η μακροχρόνια χρήση THC μπορεί να οδηγήσει σε εξάρτηση και εθισμό, με 9-30% των χρηστών να αναπτύσσουν κάποιο βαθμό εξάρτησης. Επίσης, οι εθισμένοι χρήστες παρουσιάζουν μειωμένες κοινωνικές δεξιότητες, χαμηλότερα επίπεδα ακαδημαϊκής και επαγγελματικής απόδοσης, καθώς και αυξημένες πιθανότητες για κατάχρηση άλλων ουσιών.

Μελέτες:

  • Μελέτη του National Institute on Drug Abuse (NIDA) των ΗΠΑ το 2020 έδειξε ότι το 30% των χρηστών κάνναβης μπορεί να αναπτύξουν διαταραχή χρήσης κάνναβης, ιδιαίτερα αν ξεκινήσουν τη χρήση στην εφηβική ηλικία.
  • Έρευνα του World Health Organization (WHO) το 2017 ανέδειξε ότι η πρώιμη έναρξη της χρήσης κάνναβης (πριν από τα 18) σχετίζεται με σοβαρότερες ψυχολογικές και κοινωνικές συνέπειες, ενώ η χρήση σε ενήλικες σε περιορισμένες δόσεις φαίνεται να έχει μικρότερες αρνητικές συνέπειες.

Νομικές και Κοινωνικές Εξελίξεις

Οι αλλαγές στη νομοθεσία σχετικά με τη χρήση κάνναβης σε πολλές χώρες έχουν επηρεάσει την κοινωνική αντίληψη και την προσβασιμότητα των κανναβινοειδών. Οι νομιμοποιήσεις έχουν οδηγήσει σε μείωση των παράνομων πωλήσεων και στη δημιουργία ρυθμιζόμενων αγορών.

Μελέτες:

  • Μια ανάλυση του Canadian Institute for Health Information το 2021 έδειξε ότι μετά τη νομιμοποίηση της κάνναβης στον Καναδά το 2018, υπήρξε μια μικρή αύξηση στη χρήση κάνναβης από ενήλικες, αλλά η χρήση μεταξύ των εφήβων παρέμεινε σταθερή.
  • Στις ΗΠΑ, μια μελέτη από το Colorado State University το 2020 έδειξε ότι η νομιμοποίηση της κάνναβης στην πολιτεία του Κολοράντο είχε περιορισμένο αντίκτυπο στα ποσοστά χρήσης από ανηλίκους και έφερε αύξηση στα έσοδα της πολιτείας από φόρους, τα οποία διατέθηκαν για εκπαιδευτικά προγράμματα.

 

Αλληλεπίδραση THC και CBD με CB1 και CB2

  • THC: Η THC έχει υψηλή συγγένεια με τους CB1 υποδοχείς, κυρίως στον εγκέφαλο, και είναι υπεύθυνη για τις ψυχοδραστικές επιδράσεις της κάνναβης. Η THC μπορεί επίσης να ενεργοποιήσει τους CB2 υποδοχείς, προσφέροντας αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες.
  • CBD: Η CBD αλληλεπιδρά με τους CB2 υποδοχείς με έμμεσο τρόπο και δεν έχει την ίδια συγγένεια με τους CB1 υποδοχείς όπως η THC. Η CBD δεν προκαλεί ψυχοδραστικές επιδράσεις και συχνά αναστέλλει ορισμένες από τις δράσεις της THC, μειώνοντας το άγχος και την πιθανότητα παρενεργειών όπως η ψύχωση.

Επιπλέον Υποδοχείς και Ρόλοι του Ενδοκανναβινοειδούς Συστήματος

Εκτός από τους CB1 και CB2, υπάρχουν και άλλοι υποδοχείς που συνδέονται με το ενδοκανναβινοειδές σύστημα, όπως οι GPR55 και TRPV1 υποδοχείς, οι οποίοι σχετίζονται με την αντίληψη του πόνου και τη ρύθμιση της φλεγμονής.

Οι υποδοχείς CB1 και CB2 συνεργάζονται με αυτούς τους υποδοχείς για να ρυθμίσουν πολύπλοκες βιολογικές διεργασίες, καθιστώντας το ενδοκανναβινοειδές σύστημα έναν σημαντικό στόχο για την ανάπτυξη νέων θεραπειών σε πολλές ιατρικές παθήσεις.

Συμπεράσματα

Η επίδραση των κανναβινοειδών στον ανθρώπινο οργανισμό είναι πολυσύνθετη και εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το είδος του κανναβινοειδούς, η δόση, η διάρκεια χρήσης, και οι γενετικοί παράγοντες του ατόμου. Οι μελέτες παγκοσμίως δείχνουν ότι η χρήση κανναβινοειδών μπορεί να έχει θετικά ιατρικά αποτελέσματα, ιδιαίτερα στη διαχείριση του χρόνιου πόνου και των νευρολογικών διαταραχών, αλλά η μακροχρόνια χρήση THC μπορεί να οδηγήσει σε ψυχιατρικές διαταραχές και εξάρτηση.

Η νομιμοποίηση και οι αλλαγές στη νομοθεσία συνεχίζουν να διαμορφώνουν την κοινωνική και επιστημονική αντίληψη για την κάνναβη, αλλά η έρευνα υποδεικνύει ότι απαιτείται προσοχή στη χρήση της, ιδιαίτερα σε νεότερους χρήστες και σε άτομα με ψυχιατρικά ιστορικά.

Πηγές: